Κάποτε η
Ευρυτανία ως επαρχία του Νομού Ακαρνανίας και Αιτωλίας μαζί με την επαρχία
Βάλτου, Βόνιτσας και Ξηρομέρου, Μεσολογγίου και Τριχωνίδας ήταν μια από τις
επαρχίες του Νομού η πολυπληθέστερη
αριθμούσε το 1845, 25.513 κατοίκους ενώ για παράδειγμα αριθμούσε
η Τριχωνίδα 9.183.Φαίνεται λοιπόν ότι
λίγα μόλις χρόνια μετά την απελευθέρωση και τον ορισμό των βόρειων συνόρων ( Παγασητικό-Αμβρακικό κόλπο)
ο Νομός μας -επαρχία ήταν πολυπληθέστερος από τις καμπίσιες επαρχίες, ήταν τότε
που όλοι πίστευαν τα» βουνά κάνουν παλληκάρια και οι κάμποι άλογα». Σήμερα η
επαρχία –νομός είναι ένα έρημος τόπος.
Οι δρόμοι χορτάριασαν στο κάθε χωριό και
μένουν μόνο, οι βρύσες που δεν υπάρχουν,
τα κλίματα ξηράθηκαν αφού δεν καλλιεργούνται τα χωράφια, μείναν οι εκκλησίες αλειτούργητες
και έρμα τα σχολεία κτλ και όλα αυτά γιατί; Οι πόλεμοι στην περιοχή , κυρίως ο
ανταρτοπόλεμος ή εμφύλιος ήταν εκείνος
που άδειασε την Ευρυτανία και ερήμωσε τα χωριά της. Σήμερα η Ευρυτανία
ως Νομός έχει πολύ λίγο πληθυσμό, μείναν τα άγρια του βουνού και του λόγγου, σε
σύγκριση με τις άλλοτε επαρχίες του νομού Αιτωλίας και Ακαρνανίας. Μια αιτία
ήταν όπως αναφέρθηκε ο ανταρτοπόλεμος. Έφυγαν κυρίως το 1947 και 1948 οι νέοι
πάνω από 13-14 χρονών οι περισσότεροι με τη βία , (μετά το 1950 έφυγαν όσοι
νέοι απέμειναν με τη θέληση τους για τα
μεγάλα αστικά κέντρα π.χ. Αθήνα κτλ), σχημάτισαν οι πρώτοι την πορεία προς το θάνατο, και βαδίζοντας
1500 στην αρχή, από ράχη σε ράχη από
ποτάμι σε ποτάμι με γουρονοτσάρουχα φτάσαν
στο Γράμμο λιγότεροι από 500.Οι υπόλοιποι έμειναν στο δρόμο. Εδώ, αξίζει (για
να μάθουν οι νεότεροι) να καταγράψω την
μαρτυρία του Θ.Κ ή Τ. από τα Ψιανά, όπως με δακρυσμένα μάτια μου τη διηγήθηκε, και
την άκουσαν πολλοί το Δεκαπενταύγουστο
,του 2017.Δεν θα αναφερθώ στη συνδρομή των τότε καλοθελητών του ΔΣ μέσα στο
ίδιο το χωριό που βοήθησαν στο παιζομάζωμα, ούτε στα κλάματα των δικών τους,
αλλά θα σταθώ σε δύο σημαντικά γεγονότα, κατά την πορεία των άοπλων παιδιών. Το
ένα ήταν το πέρασμα της λίμνης Κάρλλας με παγωμένο νερό-χειμώνας μήνας που το βάθος της μόνο το κεφάλι άφηνε απέξω, δεν μπορώ να αναφέρω
πόσοι κοπέλες και αγόρια πνίγηκαν ή σκοτώθηκαν
αφού δεν μπορούσαν να ακολουθήσουν από του καβαλάρηδες καπεταναίους που ακλουθούσαν
τη φάλαγγα. Αν ποτέ γραφούν τα ονόματα όλων εκείνων που χάθηκαν θα φανεί το
μέγεθος της καταστροφής. Άλλο γεγονός ήταν η περικύκλωση τα αόπλων επί 40 μέρες
ατο Σαραντάπορο. Χωρίς τροφή κι εντολή από του καπεταναίους να τρώγουν.. χιόνι.
Αλήθεια οι καπεταναίοι έτσι θα έφερναν την ισότητα; Τελικά, ο Θ.Τ. με κάποιο
άλλο παιδί, έφυγαν - δραπέτευσαν και παρουσιάσθηκαν στο στρατό. Αυτό τον έσωσε.
Eκεί με τη φροντίδα των
στρατιωτικών γιατρών σώθηκαν τα πόδια
του από το κόψιμο. Όμως τα ξεπαγιασμένα πόδια κόπηκαν στις φάλαγγες των δαχτύλων,
αλλά ακόμη ζεί. Αν δεν έφευγε, δραπέτευε, θα κείτονταν τα κόκκαλα του σε κάποιο χιονισμένο λαγκάδι. Παρόλλα
αυτά , αρκετοί τιμούν και τίμησαν, σήμερα εκείνους τους καπεταναίους που
οδηγούσαν τα άοπλα παιδιά ,ξυπόλυτα και νηστικά, αλλά ας κοιτάξουν στο περίγυρο τους και θα βρουν
παρόμοιες ιστορίες και μετά να τους τιμήσουν. Αν προκληθώ θα αναφερθώ σε
ονόματα, τώρα τα κρατάω… Και μια
προσωπική εμπειρία από τον εμφύλιο, βρισκόμουν
στο Μαρίνο-Δομνίστας όπου παρακολουθούσα μαθήματα από το μακαρίτη γραμματοδιδάσκαλο
Νικ.Μπούρα. Επειδή, οι κάτοικοι της Μαρίνου πήραν εντολή
να μετακομίσουν στο Κρίκελλο ήρθε ο πατέρα μου Λάμπρος από τα Ψιανά για να με πάρει
μαζί του. Ξεκινήσαμε, αποβραδίς κατεβήκαμε δίπλα στο αμπέλι το Γιολδασέικο , και
φθάσαμε κάτω, στο Κρικελλοπόταμο. Εκεί υπήρχε ένα μονόξυλο να περνούν τα ζώα
,κυρίως γίδια και οι άνθρωποι-τσοπάνηδες. Αρχίσαμε ,κρατώντας εμένα ο πατέρας μου από το χέρι να περνάμε το
μονόξυλο γιοφύρι. Στη μέση του γιοφυριού του ξέφυγα από το χέρι και έπεσα στο
ποτάμι. Θυμάμαι ακόμη το χέρι το πατέρα μου που με έπιασε όταν με παρέσερνε το
ποτάμι, περίπου στα 20 μέτρα, από την πλάτη και με έβγαλε. Έξω. Στη συνέχεια με κρέμασε από τα πόδια να βγάλω το νερό και
με πήγε στο σπίτι του Σώκου, στη Μπερζιανί, όπου στέγνωσα και έτσι έζησα. Πριν
τελειώσω θα αναφερθώ στη τύχη βουνό που είχα όταν το αυτοκίνητο της φάλαγγας που έφευγε από το
Κρίκελλο λίγο αργότερα για το Καρπενήσι,
ο πατέρας μου είχε πάρει απολυτήριο από το στρατό (υπηρετούσε στο λόχο στην
Αγία Παρασκευή) που μας ακολουθούσε πάτησε νάρκη (στο μονοπάτι που έρχετε από
τα κοκάλια στου Βάγια το Λιθάρι) και το δικό μας αυτοκίνητο πέρασε χωρίς να
πάθουμε το παραμικρό. Στο πίσω αυτοκίνητο (που πάτησε τη νάρκη) έγινε χαλασμός.
Ήταν δύο κάτοικοι από τα Δολιανά που για καλή τους τύχη βγήκαν ζωντανοί.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου